Ελλείψει αξιόπιστων πηγών, τα νούμερα του Πρώτου Παγκοσμίου είναι δύσκολο να πιστοποιηθούν με ακρίβεια και μπορεί να ποικίλλουν ανάλογα με τους ιστορικούς. Σε γενικές γραμμές παρατίθενται κατά προσέγγιση. Με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών από τη λήξη του Μεγάλου Πολέμου, πάμε να τα δούμε παρακάτω.
Περισσότερες από 70 εμπόλεμες χώρες
Ο αριθμός είναι συμβολικός αφού οι περισσότερες από τις χώρες αυτές δεν ήσαν ακόμη ανεξάρτητες, αλλά είτε ενταγμένες σε έξι αυτοκρατορίες ή αποικιακές δυνάμεις -Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία, Αυστροουγγαρία, Γερμανία, Οθωμανική Αυτοκρατορία- που βρέθηκαν στο κέντρο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Στην πραγματικότητα, μόνο μία δεκαριά ανεξάρτητες χώρες βρίσκονται σε πόλεμο το καλοκαίρι του 1914. Οι υπόλοιπες εισήλθαν σταδιακά στην σύρραξη, όπως η Ιταλία το 1915 και οι Ηνωμένες Πολιτείες το 1917.
Ο Μεγάλος Πόλεμος αφορά πληθυσμό 800 εκατομμυρίων, το ήμισυ του πληθυσμού της Γης εκείνη την εποχή.
Περί τις είκοσι χώρες θα κατορθώσουν να παραμείνουν ουδέτερες, οι περισσότερες στην Λατινική Αμερική και στην βόρεια Ευρώπη.
70 εκατομμύρια στρατιώτες
Περί τα 20 εκατομμύρια άνθρωποι επιστρατεύονται από τις εμπόλεμες χώρες στις αρχές του πολέμου, αλλά ο αριθμός αυτός αυξάνεται συνεχώς, για να φθάσει στα 70 εκατομμύρια για το σύνολο της διάρκειας του πολέμου.
Περισσότερα από 8 εκατομμύρια άνθρωποι κατατάσσονται στην Γαλλία, 13 εκατομμύρια στην Γερμανία, 9 εκατομμύρια στην Αυστροουγγαρία, 9 εκατομμύρια στην Μεγάλη Βρετανία (περιλαμβανομένων των αποικιών) 18 εκατομμύρια στην Ρωσία, 6 εκατομμύρια στην Ιταλία, 4 εκατομμύρια στις Ηνωμένες Πολιτείες. Δύο εκατομμύρια άνθρωποι επιστρατεύονται στην βρετανική αυτοκρατορία – κυρίως στην Ινδία – και στις γαλλικές αποικίες της υποσαχάριας και της βόρειας Αφρικής (600.000 άνθρωποι).
10 εκατομμύρια στρατιώτες νεκροί
Ο πόλεμος θα αφήσει πίσω του συνολικά 10 εκατομμύρια νεκρούς και 20 εκατομμύρια τραυματίες μεταξύ των στρατιωτών. Η κατανομή ανά χώρα είναι:
Ρωσία: 2 εκατομμύρια νεκροί (5 εκατομμύρια τραυματίες)
Γερμανία: 2 εκατομμύρια (4,2 εκατομμύρια)
Γαλλία: 1,4 εκατομμύριο (4,2 εκατομμύρια)
Αυστροουγγαρία: 1,4 εκατομμύριο (3,6 εκατομμύρια)
Μεγάλη Βρετανία και η αυτοκρατορία: 960.000 (2 εκατομμύρια)
Ιταλία: 600.000 (1 εκατομμύριο)
Οθωμανική Αυτοκρατορία: 800.000
Αναλογικά, ο μικρός σερβικός στρατός υφίσταται τις τρομακτικότερες απώλειες: 130.000 νεκροί και 135.000 τραυματίες, τα τρία τέταρτα των δυνάμεών του.
Στις εμβληματικές μάχες του Βερντέν και της Σομ, το 1916, θα σκοτωθούν, τραυματισθούν, εξαφανισθούν 770.000 και 1.200.000 άνθρωποι αντίστοιχα και από τις δύο πλευρές των εμπολέμων.
Όμως, αναλογικά, η έναρξη του πολέμου είναι η πλέον πολύνεκρη: 27.000 γάλλοι στρατιώτες θα σκοτωθούν στις 22 Αυγούστου 1914, που είναι η πλέον πολύνεκρη ημέρα σε ολόκληρη την ιστορία του γαλλικού στρατού.
Το 70% των νεκρών και των τραυματιών είναι θύματα του πυροβολικού και 5 έως 6 εκατομμύρια θα μείνουν ανάπηροι. Τα χημικά όπλα, που χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά το 1915 δεν θα προκαλέσουν παρά 20.000(!) θανάτους. Αλλά θα μείνουν βαθιά χαραγμένοι στην μνήμη.
Εκατομμύρια νεκροί άμαχοι
Ο πόλεμος κινήσεων στο ανατολικό μέτωπο, η έξοδος των πληθυσμών, οι λιμοί, στη συνέχεια ο εμφύλιος πόλεμος στην Ρωσία και οι μεταπολεμικές περιφερειακές συρράξεις προκάλεσαν 5 έως 10 εκατομμύρια νεκρούς μεταξύ του πληθυσμού, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ορισμένων ιστορικών. Σε αυτόν τον αριθμό περιλαμβάνεται 1,2 έως 1,5 εκατομμύριο Αρμενίων -ο αριθμός αμφισβητείται- στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Άλλοι αριθμοί
- 6 εκατομμύρια αιχμάλωτοι
- 20 εκατομμύρια άμαχοι υπό καθεστώς κατοχής. Η γερμανική, αυστροουγγρική ή βουλγαρική κατοχή αφορά κυρίως το Βέλγιο, την Γαλλία, την Πολωνία και την Σερβία.
- 10 εκατομμύρια πρόσφυγες σε ολόκληρη την Ευρώπη.
- 3 εκατομμύρια χήρες και 6 εκατομμύρια ορφανά.
- 1,3 δισεκατομμύριο οβίδες εκτοξεύθηκαν κατά την διάρκεια του πολέμου.
- 10 δισεκατομμύρια επιστολές και δέματα ανάμεσα στους στρατιώτες του δυτικού μετώπου και των οικογενειών τους.
- Το κόστος του πολέμου αντιπροσωπεύει 3 έως 4 φορές το ΑΕΠ των ευρωπαϊκών χωρών που θα βγουν ρημαγμένες από αυτόν.
Τα αίτια και η αφορμή του Α Παγκοσμίου Πολέμου
Τα αίτια, που οδήγησαν στην έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου θα πρέπει να αναζητηθούν στις οικονομικές συνθήκες της εποχής και στις επεκτατικές βλέψεις των διαφόρων κρατών, που αύξησαν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό. Ειδικότερα, η οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας, που προήλθε από τη ραγδαία εκβιομηχάνισή της, οδήγησε στην όξυνση του ανταγωνισμού της με την Αγγλία για την κυριαρχία στις μεγάλες αγορές του κόσμου. Ταυτόχρονα, η γαλλική πολιτική της «ρεβάνς», δηλαδή η επιθυμία της Γαλλίας να αποκαταστήσει το γόητρό της και να ανακτήσει την Αλσατία και τη Λορένη (που είχε χάσει στο Γαλλογερμανικό πόλεμο του 1870 – 1871), είχε δημιουργήσει ένταση στις σχέσεις της με τη Γερμανία.
Την ίδια εποχή, η Αυστροουγγαρία βρισκόταν σε ανταγωνισμό με τη Ρωσία σχετικά με την κυριαρχία στα Βαλκάνια. Τα νέα εθνικά βαλκανικά κράτη, που είχαν δημιουργηθεί μετά την παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κρατούσαν ευνοϊκή στάση απέναντι στις διεκδικήσεις των εθνικών μειονοτήτων της Αυστροουγγαρίας και απειλούσαν την ενότητά της. Έτσι, η Αυστροουγγαρία επιθυμούσε να διατηρηθεί το στάτους – κβο των Βαλκανίων. Η Ρωσία, από την άλλη πλευρά, επιθυμούσε να βρει διέξοδο στη Μεσόγειο, υποστήριζε την κίνηση του πανσλαβισμού και θεωρούσε τον εαυτό της φυσικό προστάτη των ορθόδοξων λαών των Βαλκανίων, πράγματα που έβρισκαν αντίθετες τη Γερμανία και την Αυστροουγγαρία.
Τη σπίθα του πολέμου άναψε η δολοφονία του διαδόχου του θρόνου της Αυστροουγγαρίας Φραγκίσκου Φερδινάνδου και της συζύγου του Σοφίας από τον νεαρό σερβοβόσνιο εθνικιστή Γκαβρίλο Πρίντσιπ στο Σαράγεβο της Βοσνίας στις 28 Ιουνίου 1914. Για τη δολοφονία οι Αυστριακοί θεώρησαν υπεύθυνη την κυβέρνηση της Σερβίας και τής κήρυξαν τον πόλεμο στις 28 Ιουλίου 1914.
Την 1η Αυγούστου η Γερμανία κηρύσσει τον πόλεμο κατά της Ρωσίας και δύο ημέρες αργότερα κατά της Γαλλίας. Στις 4 Αυγούστου η Αγγλία και στις 23 Αυγούστου η Ιαπωνία κηρύσσουν με τη σειρά τους τον πόλεμο κατά της Γερμανίας, όταν αυτή εισβάλει στο Βέλγιο (4 Αυγούστου).
Με το μέρος της Γερμανίας και της Αυστρίας τάχθηκαν η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η Βουλγαρία, που αποτέλεσαν τις λεγόμενες «Κεντρικές Δυνάμεις». Από την άλλη πλευρά, με τους Αγγλογάλλους και τους Ρώσους συντάχθηκαν η Σερβία, το Μαυροβούνιο, το Βέλγιο, η Ιαπωνία, η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία, η Ελλάδα (από το 1916 η «κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης» και από το 1917 το ενωμένο ελληνικό κράτος), η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες (από το 1917). Όλες μαζί οι δυνάμεις αυτές συγκρότησαν τον συνασπισμό, γνωστό ως «Αντάντ» (Entente=Συνεννόηση στα γαλλικά).
Οι πολεμικές επιχειρήσεις
Στην αρχή του πολέμου, οι πιο μεγάλες μάχες έγιναν στη Γαλλία και το Βέλγιο («Δυτικό Μέτωπο»). Οι Γερμανοί κυρίευσαν μεγάλο τμήμα των χωρών αυτών και απείλησαν το Παρίσι. Οι Γάλλοι κατόρθωσαν να οργανώσουν την άμυνά τους σ’ ένα μέτωπο 750 χλμ. από τη Βόρεια Θάλασσα ως το βορειοδυτικό άκρο της Ελβετίας, όπου έγινε ένας φοβερός πόλεμος χαρακωμάτων, που κράτησε έως το 1918.
Την περίοδο που οι Γερμανοί πολιορκούσαν το Παρίσι, τους επιτέθηκαν οι Ρώσοι και κυρίευσαν σημαντικά εδάφη της Ανατολικής Πρωσίας («Ανατολικό Μέτωπο»). Ο αρχιστράτηγος του γερμανικού στρατού φον Μόλτκε διόρισε διοικητή του στρατού της Ανατολικής Πρωσίας τον γηραιό στρατηγό Χίντεμπουργκ, ο οποίος κατόρθωσε να απωθήσει τους Ρώσους, νικώντας τους στις μάχες του Τάνεμπεργκ (26-31 Αυγούστου 1914) και των Μαζουριανών Λιμνών (9-14 Σεπτεμβρίου).
Οι Ρώσοι με νέες δυνάμεις οργάνωσαν την άμυνα τους στη γραμμή από την Ανατολική Πρωσία ως τα Καρπάθια (900 χλμ.) και ο πόλεμος αυτός έγινε αγώνας χαρακωμάτων. Τον Μάιο του 1915 οι Ρώσοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, αφού έχασαν πολύ στρατό.
Τον Οκτώβριο του 1915, η «Αντάντ» κήρυξε τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προσπαθώντας να βοηθήσει τους Ρώσους. Ο συμμαχικός στόλος με βάση τη Λήμνο επιχείρησε να περάσει τα στενά των Δαρδανελλίων, αλλά δεν το κατόρθωσε, γιατί οι Τούρκοι τους απώθησαν. Απόπειρα να εισχωρήσουν από την ξηρά με απόβαση στη χερσόνησο της Καλλίπολης, επίσης, απέτυχε. Οι Σύμμαχοι αναζητούσαν βάση για το στόλο και το στρατό τους στο Αιγαίο και χωρίς την άδεια της Ελλάδας, που τηρούσε ουδετερότητα, αποβιβάστηκαν στη Θεσσαλονίκη (2 Οκτωβρίου 1915). Οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι κατέλαβαν τη Σερβία κι έτσι δημιουργήθηκε το «Βαλκανικό Μέτωπο».
Η παρουσία των συμμαχικών στρατευμάτων της «Αντάντ» στη Θεσσαλονίκη προκάλεσε αναστάτωση στην Ελλάδα, γιατί άλλα κόμματα είχαν φιλικές διαθέσεις προς τους συμμάχους και άλλα ήταν αντίθετα. Όταν οι Βούλγαροι κατέλαβαν τη Σερβία, ο ελληνικός στρατός δεν έσπευσε να βοηθήσει τους παλιούς του συμμάχους Σέρβους. Αυτό εξερέθισε τους Συμμάχους, που έριξαν την ευθύνη στο φιλογερμανό βασιλιά Κωνσταντίνο. Την άνοιξη του 1916 οι Βούλγαροι κατέλαβαν την Ανατολική Μακεδονία κι έκαναν φοβερές σφαγές σε βάρος των Ελλήνων.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος τότε έκαμε το χωριστικό κίνημα (κίνημα «Εθνικής Αμύνης»). Πήγε στη Θεσσαλονίκη και σχημάτισε φιλική κυβέρνηση προς την «Αντάντ» (26 Αυγούστου 1916). Η Ελλάδα χωρίστηκε στα δυο: Το «κράτος των Αθηνών» υπό τον βασιλιά Κωνσταντίνο υποστήριζε την ουδετερότητα και το «κράτος της Θεσσαλονίκης» υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο την έξοδο στον πόλεμο στο πλευρό της «Αντάντ». Τη λύση έδωσαν οι Γάλλοι, δια του γερουσιαστή Ζονάρ, που υποχρέωσαν το βασιλιά Κωνσταντίνο να φύγει από την Ελλάδα. Έτσι, η ενωμένη Ελλάδα εισήλθε στον πόλεμο στο πλευρό της «Αντάντ» και στις 27 Ιουνίου 1917 κήρυξε τον πόλεμο κατά των «Κεντρικών Δυνάμεων».
Στο Δυτικό Μέτωπο, στις φονικές μάχες των χαρακωμάτων προστέθηκε το 1916 η φοβερή μάχη του Βερντέν, ανάμεσα σε Γάλλους και Γερμανούς, που κράτησε 10 μήνες (21 Φεβρουαρίου – 18 Δεκεμβρίου), με τρομακτικές απώλειες και για τους δύο αντιπάλους. Οι Σύμμαχοι, για να εξασθενήσουν τη Γερμανία, απέκλεισαν με τους στόλους τους τη Βαλτική και την Αδριατική. Οι Γερμανοί, όμως, με τα υποβρύχιά τους βύθισαν πολλά συμμαχικά πλοία. Στις 3 Φεβρουαρίου 1917, οι Ηνωμένες Πολιτείες εισήλθαν στον πόλεμο για να «εξασφαλίσουν την ελευθερία των θαλασσών», όπως διακήρυξε ο αμερικανός πρόεδρος Γούντροου Ουίλσον και βαθμηδόν η πλάστιγγα του πολέμου άρχισε να γέρνει προς τη μεριά της «Αντάντ».
Τον Μάρτιο του 1917 (Φεβρουάριο με το παλαιό ημερολόγιο) ξέσπασε επανάσταση στη Ρωσία που ανέτρεψε τον τσάρο Νικόλαο Β’ και ανακηρύχτηκε δημοκρατία με επικεφαλής τον σοσιαλδημοκράτη πολιτικό Αλεξάντρ Κερένσκι. Ο ρωσικός στρατός συνέχισε να μάχεται στο ανατολικό μέτωπο, αλλά χωρίς ηθικό. Στις 24 Οκτωβρίου 1917, οι μπολσεβίκοι του Λένιν ανέτρεψαν τον Κερένσκι και ανέλαβαν την εξουσία, εγκαθιστώντας σταδιακά κομμουνιστικό καθεστώς στην αχανή χώρα («Οκτωβριανή Επανάσταση»). Το νέο καθεστώς υπέγραψε χωριστή συνθήκη με τη Γερμανία στις 3 Μαρτίου 1918 («Συνθήκη Μπρεστ-Λιτόφσκ») και η Ρωσία εξήλθε του πολέμου.
Παρά την απώλεια της Ρωσίας, η κατάσταση δεν άλλαξε δραματικά και το πάνω χέρι στον πόλεμο εξακολουθούσε να το έχει η «Αντάντ». Οι μεγάλες γερμανικές επιθέσεις στο «Δυτικό Μέτωπο» (μάχες Σεμέν Ντε Νταμ και Μάρνη) αποκρούστηκαν από τις γαλλοαμερικανικές δυνάμεις. Οι Άγγλοι νίκησαν τους Τούρκους στην Παλαιστίνη και τη Μεσοποταμία, όπως και ο ελληνικός στρατός τους Βούλγαρους στο Σκρα (17 Μαΐου 1918). Μεγάλες ήταν και οι επιτυχίες των Ιταλών κατά των Αυστριακών.
Το τέλος του Πολέμου
Οι Γερμανοί άρχισαν να βλέπουν ότι χάνουν τον πόλεμο και οι σύμμαχοί τους να τούς εγκαταλείπουν, υπογράφοντας χωριστές συνθήκες ειρήνης με τους δυτικούς συμμάχους. Για να αποφύγουν μεγαλύτερη αιματοχυσία, επαναστάτησαν και ζήτησαν να κλείσει ανακωχή με βάση τους 14 όρους του Αμερικανού προέδρου Γουίλσον, που είχαν δημοσιοποιηθεί σταδιακά από τις 8 Ιανουαρίου έως τις 27 Σεπτεμβρίου 1918 (4 Οκτωβρίου 1918).
Στις 9 Νοεμβρίου εγκαθιδρύεται στη Γερμανία καθεστώς αβασίλευτης δημοκρατίας και την επομένη ο αυτοκράτορας Γουλιέλμος Β’ εγκαταλείπει τη χώρα. Στις 5 το πρω¨ϊ της 11ης Νοεμβρίου 1918 υπογράφεται η παράδοση της Γερμανίας μέσα σ’ ένα βαγόνι τραίνου στο δάσος της Κομπιένης (60 χλμ βόρεια του Παρισιού) και στις 11 το πρωϊ της ίδιας ημέρας, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, που στοίχισε 16 εκατομμύρια νεκρούς και εξαφανισθέντες, 20 εκατομμύρια τραυματίες στα πεδία των μαχών και ανυπολόγιστες ζημίες στην Ευρώπη, λαμβάνει τέλος. Οι συνέπειές του, όμως, θα στοιχειώνουν για πολλά χρόνια ακόμα τη Γηραιά Ήπειρο και θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στις 18 Ιουνίου 1919, θα υπογραφεί η συνθήκη των Βερσαλιών, με τη συμμετοχή του Ελευθερίου Βενιζέλου, που επέβαλε επαχθείς όρους στην ηττημένη Γερμανία.
Η Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, είχε συνολικές απώλειες 27.000 ανδρών στα πεδία των μαχών (6.000 νεκρούς και αγνοούμενους και 21.000 τραυματίες). Η Ελλάδα βγήκε κερδισμένη εδαφικά από τον Μεγάλο Πόλεμο. Με την συνθήκη του Νεϊγί (27 Νοεμβρίου 1919) της αποδόθηκε η Δυτική Θράκη, ενώ με τη συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) της παραχωρήθηκαν η Ανατολική Θράκη (μέχρι τα πρόθυρα της Κωνσταντινούπολης), τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος, καθώς και η δυνατότητα εξάσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων στην περιοχή της Σμύρνης. Στην Ιταλία δόθηκαν τα Δωδεκάνησα και το Καστελόρριζο, ενώ στη Μεγάλη Βρετανία αναγνωρίστηκε η προσάρτηση της Κύπρου.